- Ευρωπαϊκό Δικαστήριο
- Δικαστικό όργανο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (βλ. λ.). Αποτελείται από 15 δικαστές και 8 γενικούς εισαγγελείς, οι οποίοι διορίζονται με κοινή συμφωνία των κυβερνήσεων για εξαετή θητεία. Αν και στη συνθήκη δεν ορίζεται κατανομή των δικαστών ανά εθνικότητα, στην πράξη το Ε.Δ. αποτελείται από έναν δικαστή προερχόμενο από κάθε κράτος-μέλος, ώστε να εκπροσωπούνται τα διάφορα εθνικά νομικά συστήματα. Η έδρα του Ε.Δ. βρίσκεται στο Λουξεμβούργο.
Αποστολή του είναι να εξασφαλίζει τη νομική αυστηρότητα και την ενιαία ερμηνεία και εφαρμογή των συνθηκών. Ελέγχει επομένως τη νομιμότητα των πράξεων του Συμβουλίου και της Επιτροπής (αναρμοδιότητα, παραβίαση των συνθηκών κλπ.) καθώς και των πράξεων των διαφόρων κρατών στις σχέσεις τους με την Ένωση.
Ιδρύθηκε το 1952, ενώ από το 1989 προσαρτήθηκε σε αυτό πρωτοδικείο για την αντιμετώπιση της πληθώρας των υποθέσεων και τη βελτίωση της ένδικης προστασίας των πολιτών. Στο πρωτοδικείο εκδικάζονται πρωτοβάθμια ορισμένες κατηγορίες υποθέσεων, όπως είναι κατά κύριο λόγο οι διαφορές που συνδέονται με τους κανόνες του ανταγωνισμού και οι προσφυγές των ιδιωτών.
Οι βασικές κατηγορίες προσφυγών που εξετάζει το Ε.Δ. είναι αιτήσεις για έκδοση προδικαστικής απόφασης, προσφυγές λόγω παράβασης, προσφυγές ακύρωσης και προσφυγές κατά παράλειψης. Η έκδοση προδικαστικής απόφασης είναι μορφή συνεργασίας με τις εθνικές δικαστικές αρχές, οι οποίες έχουν το δικαίωμα –και σε ορισμένες περιπτώσεις την υποχρέωση– να απευθύνονται για διευκρινίσεις στο Ε.Δ. Η προσφυγή λόγω παράβασης κινείται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή (βλ. λ.) ή ένα κράτος-μέλος και ελέγχει την εκπλήρωση των υποχρεώσεων που επιβάλλει το κοινοτικό δίκαιο στα κράτη-μέλη. Αν διαπιστωθεί παράβαση, το κράτος υποχρεούται να συμμορφωθεί αμέσως. Η προσφυγή ακύρωσης επιτρέπει στα κράτη-μέλη, στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο (βλ. λ.), στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή και σε ορισμένες περιπτώσεις και στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο να ζητήσουν ακύρωση κάποιας κοινοτικής διάταξης. Δικαίωμα προσφυγής ακυρώσεως έχουν και ιδιώτες για την ακύρωση πράξεων από τις οποίες θίγονται άμεσα και προσωπικά. Αν η προσφυγή κριθεί βάσιμη, η προσβαλλόμενη πράξη κηρύσσεται άκυρη. Η προσφυγή κατά παράλειψης αναφέρεται στην περίπτωση κατά την οποία το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (βλ. λ.), το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο (βλ. λ.) ή η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν αποφασίζουν παραβιάζοντας τη συνθήκη. Μπορούν να προσφύγουν τα κράτη-μέλη, τα θεσμικά όργανα της ΕΕ και σε ορισμένες περιπτώσεις, τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα.
Το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, στο Λουξεμβούργο (φωτ. Ευρωπαϊκή Επιτροπή).
Dictionary of Greek. 2013.